ΠΡΟΒΟΛΗ ΤΑΙΝΙΑΣ: "Ο Πωλ, ο Μικ και οι Άλλοι", ΠΕΜΠΤΗ 16.1 στις 20:00
Η κινηματογραφική ομάδα της Εργατικής Λέσχης Περιστερίου παρουσιάζει την ταινία του Κεν Λόουτς:


"Ο Πωλ, ο Μικ και οι Άλλοι" (2001)

ΠΕΜΠΤΗ 16.1 στις 20:00

O Κεν Λόουτς σπούδασε νομικά στην Οξφόρδη.  Από τα φοιτητικά του χρόνια άρχισε να ασχολείται με το θέατρο. Επαγγελματικά εργάστηκε στο θέατρο αρχικά ως ηθοποιός ­ κάκιστος, όπως ο ίδιος θέλει να λέει ­ και στη συνέχεια ως σκηνοθέτης.

Ο Λόουτς χρησιμοποιεί ανοιχτά πολιτικοποιημένη κινηματογραφική γλώσσα, ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο ως μέλος  μιας συγκεκριμένης κοινωνίας: είτε αυτός είναι εργάτης, είτε μετανάστης, είτε αγωνιστής της ελευθερίας είτε απλός υπάλληλος. Εκείνο που γι’ αυτόν έχει σημασία είναι η καθημερινή ζωή του και πώς αυτή επηρεάζεται από τη δουλειά του και τους ανθρώπους γύρω του.
Είναι από τους σκηνοθέτες εκείνους που αντλούν θέματα από την πολιτική και κοινωνική ζωή της χώρας του, και όχι μόνο, για να φτιάξει ταινίες το ίδιο συναρπαστικές όπως και μια καλή παραδοσιακή ταινία. Ξέρει να συνδυάζει την πολιτική θέση με καταστάσεις πολιτικά ξεκάθαρες και χαρακτήρες ολοκληρωμένους, που μιλούν μια συνηθισμένη, αληθινή γλώσσα.
Χαρακτηριστικοί είναι βέβαια και οι τίτλοι την ταινιών του:  "Γλυκά Δεκάξι" (2002), "Ο Άνεμος Χορεύει το Κριθάρι" (2006), "Το Τραγούδι της Κάρλα" (1996), "Γη και Ελευθερία" (1995), "Ψωμί και Τριαντάφυλλα" (2000), "Βροχή από Πέτρες" (1993)

Η άποψη του για τις ταινίες:


«Τόσο στην τηλεόραση όσο και στον κινηματογράφο οι περισσότερες ταινίες παράγονται με τις προδιαγραφές εμπορεύματος και όχι καλλιτεχνικού έργου. Όλες οι ταινίες αποτελούν πλέον εμπορεύματα και όταν λέμε αποτελούν εμπορεύματα εννοούμε ότι φτιάχνονται με τέτοιον τρόπο που να μπορούν να πουληθούν ως εμπορεύματα και όχι για να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε καλύτερα ο ένας τον άλλον ή για να έρθουμε πιο κοντά ο ένας στον άλλον. Θα έλεγε κανείς ότι οι περισσότερες από αυτές τις ταινίες φτιάχνονται για να έχουμε και κάτι να βλέπουμε όσο θα τρώμε το ποπ-κορν που αγοράσαμε. Δίνεις τα μισά λεφτά για να αγοράσεις το ποπ-κορν και τα άλλα μισά για το εισιτήριο της ταινίας που θα βλέπεις όσο θα το τρως.»

Ο Κεν Λόουτς μεγάλωσε μέσα σε μια πολύ συνηθισμένη οικογένεια, η οποία ζούσε σε μια μικρή πόλη . Από εκεί περνούσε το τρένο που πήγαινε προς τις βόρειες περιοχές. Ήταν λοιπόν αναπόφευκτο ένας σκηνοθέτης όπως ο Κεν Λόουτς να δημιουργήσει μία ταινία που να αναφέρεται στους σιδηρόδρομους.

«Ο Πολ, ο Μικ και οι άλλοι» βασίστηκε σ’ ένα σενάριο γραμμένο από σιδηροδρομικό που πέθανε λίγο μετά το τέλος των γυρισμάτων της ταινίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι την ημέρα που βγήκε η ταινία στις αίθουσες έγινε συγκυριακά ένα μεγάλο σιδηροδρομικό ατύχημα στη Βρετανία με 5 νεκρούς, που δεν είναι ασφαλώς το πρώτο.
Η ταινία ήταν υποψήφια για τον Χρυσό Λέοντα στο Φεστιβάλ Βενετίας το 2001.

Ο Πολ, ο Μικ και η παρέα τους λοιπόν, εργάζονται εδώ και χρόνια στη συντήρηση των βρετανικών σιδηροδρόμων. Ώσπου, το 1995, με την ιδιωτικοποίηση των σιδηροδρόμων οι συνθήκες εργασίας αλλάζουν, ορισμένοι εργάτες αναγκάζονται να αποχωρήσουν παίρνοντας μικρή αποζημίωση, ενώ όσοι δέχονται να παραμείνουν αφήνονται σχεδόν απροστάτευτοι, το σωματείο χάνει την ισχύ του, οι κανόνες ασφαλείας τηρούνται ολοένα και λιγότερο, ενώ προσλαμβάνονται ανειδίκευτοι εργάτες και οι δουλειές γίνονται πρόχειρα. Όλα για χάρη ενός μεγαλύτερου κέρδους.
Μια χούφτα συντηρητές των σιδηροτροχιών σπάνε πλάκα με την αλλαγή νοοτροπίας λόγω ιδιωτικής εκποίησης της σιδηροδρομικής περιουσίας του Δημοσίου. Όμως εντός μερικών ημερών το χαμόγελο εξαφανίζεται από τα χείλη τους. Πολύ σύντομα η ιδιωτικοποίηση αρχίζει να δείχνει το αληθινό, απάνθρωπο πρόσωπό της, επηρεάζοντας την ιδιωτική ζωή των εργατών Η ανεργία, η ανασφάλεια και ο σκληρός ανταγωνισμός καταστρέφουν την παροιμιώδη εργατική αλληλεγγύη και το σύνθημα «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» διεισδύει μέχρι το κρεβάτι του σπιτιού τους.

Μια ταινία-μαρτυρία μιας συγκεκριμένης εποχής και μιας καταδικαστέας κοινωνικής πολιτικής που αγνοεί το άτομο για χάρη του κέρδους που όχι μόνο δεν κατέληξε σε θρίαμβο της ιδιωτικής πρωτοβουλίας, αλλά, αντιθέτως, μετέτρεψε το καμάρι της βρετανικής αυτοκρατορίας στο πλέον επίφοβο μέσο μεταφοράς. Η Θάτσερ για τους λίγους, η κόλαση για τους πολλούς.
Η ιδιωτικοποίηση, που έγινε από την κυβέρνηση της κυρίας Θάτσερ, έδωσε στον Λόουτς την ευκαιρία να φέρει στην επιφάνεια την παράλογη λογική μιας ελεύθερης αγοράς που, τελικά, όχι μόνο δεν απέδωσε τα αναμενόμενα κέρδη αλλά οδήγησε τον εργάτη σε αδιέξοδο.

Όσον αφορά την άποψη  του Κεν Λόουτς για τον θάνατο της Μάργκαρετ Θάτσερ:

Όπως την μετέδωσε ο Guardian στο live blog του για το θέμα: «Η Μάργκαρετ Θάτσερ ήταν η πιο διχαστική και καταστροφική πρωθυπουργός της σύγχρονης εποχής. Μαζική ανεργία, κλεισμένα εργοστάσια, κατεστραμμένες κοινότητες, αυτή είναι η κληρονομία της. Ήταν μια μαχήτρια και ο εχθρός της ήταν η βρετανική εργατική τάξη. Στις νίκες της αυτές την βοήθησαν οι διεφθαρμένοι πολιτικοί ηγέτες του Εργατικού Κόμματος και πολλών Συνδικάτων. Η σημερινή άθλια κατάσταση οφείλεται στις πολιτικές που αυτή άρχισε. Το βηματισμό της τον ακολούθησαν κι άλλοι πρωθυπουργοί, με πρώτο τον Τόνι Μπλερ. Εκείνη ήταν ο οργανοπαίχτης κι αυτός ήταν η μαϊμού που χόρευε. Θυμηθείτε τότε που αποκαλούσε τον Μαντέλα τρομοκράτη κι έπινε το τσάι της με τον βασανιστή και δολοφόνο Πινοσέτ. Πώς να την τιμήσουμε, όπως της αξίζει; Να ιδιωτικοποιήσουμε την κηδεία της. Να την βγάλουμε σε δημοπρασία και να την αναθέσουμε στη φθηνότερο μειοδότη. Αυτό θα ήθελε και η ίδια». 




**Το παραπάνω κείμενο αποτελεί εισήγηση για την ταινία "Ο Πολ, ο Μικ και οι άλλοι" στην προβολή της στην Εργατική Λέσχη Περιστερίου την Πέμπτη 16/1.